Ένας ευλογημένος χώρος προσευχής και πνευματικής καταφυγής για τον επιφανή Αθηναίο φιλόσοφο και απολογητή του 2ου μ.Χ. αιώνα Κάθε χρόνο κατά τον ετήσιο εορτασμό της μνήμης του Αγίου Αριστείδου στις 13 Σεπτεμβρίου πολυάριθμοι πιστοί προσέρχονται στο σωζόμενο μέχρι σήμερα ιερό και κατανυκτικό σπήλαιο, το ευρισκόμενο στη νοτιοδυτική πλαγιά του ιστορικού λόφου του Λυκαβηττού πλησίον του Ιερού Ναού των Αγίων Ισιδώρων, για να τιμήσουν και να πανηγυρίσουν την πανίερη μνήμη του διαπρεπούς αυτού Αθηναίου φιλοσόφου και απολογητού, ο οποίος ήθλησε τον 2ο μ.Χ. αιώνα στην περιώνυμη πόλη των Αθηνών. Ο ευλογημένος αυτός χώρος του σπηλαίου, όπου κατ’ έτος στις 13 Σεπτεμβρίου εορτάζεται η μνήμη του ενδόξου Αθηναίου φιλοσόφου και μάρτυρος με Πανηγυρικό Εσπερινό την παραμονή της εορτής και Πανηγυρική Θεία Λειτουργία την κυριώνυμο ημέρα εορτασμού της μνήμης του, είναι πλέον γνωστός στους επισκέπτες και προσκυνητές του χώρου με την προσωνυμία «Σπήλαιο του Αγίου Αριστείδη».

Στο σπήλαιο αυτό σύμφωνα με ευσεβή προφορική παράδοση ο Άγιος Αριστείδης προσερχόταν συχνά για να προσευχηθεί στον αρχηγό της πίστεώς μας, τον Ιησού Χριστό, και διά της χάριτός Του να ενισχυθεί πνευματικά και να συνεχίσει τον επίπονο αγώνα του για την υπεράσπιση της χριστιανικής πίστεως στην Αθήνα του 2ου μ.Χ. αιώνα με την ολιγάριθμη χριστιανική κοινότητα.

Γι’ αυτό και το σπήλαιο αυτό αποτέλεσε το ασφαλές πνευματικό καταφύγιο και την αέναη πηγή δυνάμεως και χάριτος για τον ένδοξο Αθηναίο χριστιανό φιλόσοφο και απολογητή στις δύσκολες στιγμές του υπερασπιστικού του αγώνα υπέρ των διωκομένων χριστιανών. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι πλησίον του σωζομένου σπηλαίου του Αγίου Αριστείδου και του παρακειμένου Ιερού Ναού των Αγίων Ισιδώρων υπήρχε κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους μεγάλο νεκροταφείο, στο οποίο θάπτονταν και οι πρώτοι χριστιανοί της ολιγάριθμης χριστιανικής κοινότητος των Αθηνών.

Το γεγονός αυτό, όπως και άλλες πολύτιμες ιστορικές πληροφορίες για την περιοχή του λόφου του Λυκαβηττού, καταγράφονται στο ενδιαφέρον πόνημα «Οι Άγιοι Ισίδωροι του Λυκαβηττού Αθηνών, Α΄ Έκδοσις, Αθήναι 1952», το οποίο συνέγραψε και επιμελήθηκε ο αείμνηστος διαπρεπής θεολόγος –συγγραφέας Χρήστος Μιχ. Ενισλείδης, ο οποίος μάλιστα υπήρξε γέννημα και θρέμμα της περιοχής του Λυκαβηττού.

Στο γεγονός αυτό οφείλεται άλλωστε και η βαθιά του γνώση για την ιστορία και τη θρησκευτικότητα του ιστορικού αυτού λόφου των Αθηνών, ο οποίος αποκαλείτο από τον αρχαίο λεξικογράφο Ησύχιο ως «ὄρος ἐκβότανον καιί πλῆρες θάμνων», ενώ ήδη από τους αρχαίους χρόνους διέθετε πλούσια λατρευτική δραστηριότητα.

Την ευσεβή προφορική παράδοση για το σωζόμενο μέχρι σήμερα στον ιστορικό λόφο του Λυκαβηττού σπήλαιο του Αγίου Αριστείδου, μας διέσωσε ο αείμνηστος επιφανής Αθηναίος ζωγράφος Αριστείδης Περιστέρης, ο οποίος υπήρξε γόνος ευγενούς αθηναϊκής οικογένειας με μακρόχρονη καλλιτεχνική παράδοση.

Ο διαπρεπής αυτός ζωγράφος, ο οποίος κατοικούσε στην περιοχή του Λυκαβηττού ήδη από την παιδική του ηλικία, πληροφορήθηκε την ύπαρξη του σπηλαίου από τον προσφιλή παππού του, τον Χρήστο Συράκο, ο οποίος υπήρξε και αυτός ένας φημισμένος ζωγράφος, αλλά παράλληλα είχε εντρυφήσει και στην ιστορία της πόλεως των Αθηνών. Γι’ αυτό και το σπήλαιο, όπου ο εξ Αθηνών διαπρεπής φιλόσοφος και ένδοξος μάρτυς του Χριστού Άγιος Αριστείδης κατέφευγε και προσευχόταν με ένθεο ζήλο στον ένα και αληθινό Θεό, γνώρισε ο ζωγράφος Αριστείδης Περιστέρης από τα πρώτα χρόνια της παιδικής του ηλικίας.

Το γεγονός αυτό τον παρακίνησε στο να αγαπήσει ιδιαίτερα αυτόν τον χώρο και να τον θεωρεί ως κάτι το προσωπικό, δεδομένου ότι ο ομώνυμος και προστάτης του άγιος κατέφευγε εκεί και προσευχόταν. Έτσι το «Σπήλαιο του Αγίου Αριστείδη» αποτέλεσε για τον ζωγράφο Αριστείδη Περιστέρη το μόνιμο σημείο αναφοράς του, τη διαρκή ενασχόλησή του και το αγαπημένο του θέμα προς συζήτηση και περαιτέρω ιστορική διερεύνηση και μάλιστα από την πρώτη κιόλας χρονική στιγμή που το γνώρισε μέχρι και την 24η Μαΐου 2012, ημέρα κατά το έτος εκείνο της μεγάλης δεσποτικής εορτής της Αναλήψεως του Κυρίου μας, κατά την οποία ο Θεός τον κάλεσε κοντά Του.

Γι’ αυτό και υπήρξε ο πρώτος, ο οποίος ενδιαφέρθηκε για τον καθαρισμό, τον ευπρεπισμό και τη διαμόρφωση του σπηλαίου σύμφωνα μάλιστα με τα παλαιοχριστιανικά πρότυπα, δεδομένου ότι ο Άγιος Αριστείδης ο φιλόσοφος και μάρτυς έζησε και μαρτύρησε για την αγάπη του Χριστού στο περιώνυμο «κλεινόν άστυ» των Αθηνών τον 2ο μ.Χ. αιώνα, αγωνιζόμενος με ένθερμο ζήλο για την εδραίωση και διάδοση της χριστιανικής πίστεως και την κατάρριψη της πολυθεϊστικής θρησκείας των ειδώλων.

Στην είσοδο του σπηλαίου βρίσκεται κρεμασμένη αριστερά μία μικρή καμπάνα, την οποία είχε αγοράσει ο αείμνηστος Αριστείδης Περιστέρης και είχε μεταφέρει με θαυμαστό τρόπο από τον δρόμο στο σπήλαιο χάρη στη θαυματουργική δύναμη του Θεού και του προστάτου του, Αγίου Αριστείδου. Το υπερφυές αυτό γεγονός, όπως και όλα τα βιώματα και οι εμπειρίες του αναφορικά με το σπήλαιο, αλλά και το συνεχές ενδιαφέρον και η διαρκής ενασχόλησή του με αυτό, εξιστορούνται στη συγγραφείσα από τον ίδιο ενδιαφέρουσα ιστορική διήγηση «Ο Άγιος Αριστείδης & Εγώ», η οποία συνέβαλε στην καταγραφή νέων ιστορικών δεδομένων αναφορικά με τον λόφο του Λυκαβηττού και τον Άγιο Αριστείδη, αλλά και στην περαιτέρω μελέτη της εκκλησιαστικής ιστορίας των Αθηνών.

Εντός του κατανυκτικού σπηλαίου υπάρχει ενδιαφέρουσα εικονογραφική παράσταση του Αγίου, την οποία φιλοτέχνησε ο αείμνηστος Αθηναίος ζωγράφος σε συνεργασία και με άλλον καλλιτέχνη, ενώ από τη Μπιενάλε της Βενετίας, τη φημισμένη αυτή διεθνή έκθεση σύγχρονης τέχνης, είχε αγοράσει ο Αριστείδης Περιστέρης φορητή εικόνα του Αγίου, την οποία και αφιέρωσε στο αγαπημένο του σπήλαιο, το γνωστό πλέον σήμερα ως «Σπήλαιο του Αγίου Αριστείδη». Τα τελευταία χρόνια έχουν καταβληθεί σημαντικές προσπάθειες για την περαιτέρω αναμόρφωση του ιερού και κατανυκτικού σπηλαίου, ώστε να γνωρίσουν οι φιλάγιοι κάτοικοι και επισκέπτες της αγιοτόκου πόλεως των Αθηνών τον ευλογημένο αυτόν τόπο, όπου κατέφευγε ο διαπρεπής Αθηναίος φιλόσοφος, απολογητής και μάρτυς του 2ου μ.Χ. αιώνα για να προσευχηθεί και να ενισχυθεί πνευματικά.

Στην είσοδο του σπηλαίου βρίσκεται κρεμασμένη αριστερά μία μικρή καμπάνα, την οποία είχε αγοράσει ο αείμνηστος Αριστείδης Περιστέρης και είχε μεταφέρει με θαυμαστό τρόπο από τον δρόμο στο σπήλαιο χάρη στη θαυματουργική δύναμη του Θεού και του προστάτου του, Αγίου Αριστείδου. Το υπερφυές αυτό γεγονός, όπως και όλα τα βιώματα και οι εμπειρίες του αναφορικά με το σπήλαιο, αλλά και το συνεχές ενδιαφέρον και η διαρκής ενασχόλησή του με αυτό, εξιστορούνται στη συγγραφείσα από τον ίδιο ενδιαφέρουσα ιστορική διήγηση «Ο Άγιος Αριστείδης & Εγώ», η οποία συνέβαλε στην καταγραφή νέων ιστορικών δεδομένων αναφορικά με τον λόφο του Λυκαβηττού και τον Άγιο Αριστείδη, αλλά και στην περαιτέρω μελέτη της εκκλησιαστικής ιστορίας των Αθηνών.

Εντός του κατανυκτικού σπηλαίου υπάρχει ενδιαφέρουσα εικονογραφική παράσταση του Αγίου, την οποία φιλοτέχνησε ο αείμνηστος Αθηναίος ζωγράφος σε συνεργασία και με άλλον καλλιτέχνη, ενώ από τη Μπιενάλε της Βενετίας, τη φημισμένη αυτή διεθνή έκθεση σύγχρονης τέχνης, είχε αγοράσει ο Αριστείδης Περιστέρης φορητή εικόνα του Αγίου, την οποία και αφιέρωσε στο αγαπημένο του σπήλαιο, το γνωστό πλέον σήμερα ως «Σπήλαιο του Αγίου Αριστείδη». Τα τελευταία χρόνια έχουν καταβληθεί σημαντικές προσπάθειες για την περαιτέρω αναμόρφωση του ιερού και κατανυκτικού σπηλαίου, ώστε να γνωρίσουν οι φιλάγιοι κάτοικοι και επισκέπτες της αγιοτόκου πόλεως των Αθηνών τον ευλογημένο αυτόν τόπο, όπου κατέφευγε ο διαπρεπής Αθηναίος φιλόσοφος, απολογητής και μάρτυς του 2ου μ.Χ. αιώνα για να προσευχηθεί και να ενισχυθεί πνευματικά.

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΑ ΑΓΙΟΥ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ & ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ

Σημαντική είναι η ιστορική και πνευματική αξία του σπηλαίου, αφού χάρη στη διασωθείσα μέχρι σήμερα ευσεβή προφορική παράδοση για την πνευματική καταφυγή του Αγίου Αριστείδου σε σπήλαιο του ιστορικού λόφου του Λυκαβηττού, πληροφορείται τόσο ο μελετητής της εκκλησιαστικής ιστορίας και της τοπικής αγιολογίας της Αποστολικής Εκκλησίας των Αθηνών όσο και ο φιλίστορας και φιλάγιος επισκέπτης του Λυκαβηττού για μία άγνωστη, αλλά ενδιαφέρουσα πτυχή της επίγειας διαδρομής του ενδόξου Αθηναίου φιλοσόφου και απολογητού, του δι’ αγχόνης μαρτυρικώς τελειωθέντος στην περιώνυμη πόλη των Αθηνών τον 2ο μ.Χ. αιώνα.

Γι’ αυτό και κάθε φορά που επισκεπτόμεθα το σπήλαιο ως ταπεινοί προσκυνητές του χώρου, όπου διέλαμψε με τη φωταυγή του παρουσία ο Άγιος Αριστείδης, εμπνεόμεθα και ανεφοδιαζόμαστε πνευματικά, αναλογιζόμενοι το ακμαίο αγωνιστικό του φρόνημα και την ένθερμη πίστη του στον σταυρωθέντα και αναστάντα Κύριο ημών Ιησού Χριστό, ιδιαιτέρως δε στη σημερινή εποχή μας, κατά την οποία αποδυναμώνεται και περιθωριοποιείται η λατρεία του αληθινού Θεού και η κατά Χριστόν πνευματική πορεία. Ας επικαλεστούμε λοιπόν τις πρεσβείες του, ώστε με τον κατάλληλο πνευματικό αγώνα να αξιωθούμε και εμείς της πνευματικής εκείνης χαράς και της αιωνίου ζωής που απολαμβάνει μέσα στο πνευματικό στερέωμα της θριαμβεύουσας Εκκλησίας ο επιφανής αυτός Αθηναίος φιλόσοφος και πανεύφημος μάρτυς Χριστού.

Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος - Εκπαιδευτικός

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΑΓΙΟΥ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ

Ἦχος πλ. Α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.

Τῷ Χριστῷ προσηνέχθης θυσία ἄμωμος, καὶ ὁλοκάρπωμα θεῖον αἰωρηθεὶς ἀπηνῶς, ἐν ἀγχόνῃ Ἀριστείδη γενναιότατε, γόνε κλεινὲ τῶν Ἀθηνῶν καὶ φιλόσοφε σεπτέ, διό σε νῦν εὐφημοῦντες, φωναῖς εὐήχοις βοῶμεν· Χριστὸν δυσώπει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.


ΒΙΟΣ ΑΓΙΟΥ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ

Η περιώνυμη πόλη των Αθηνών μεγαλούργησε διαμέσου των αιώνων, χάρη στους επιφανείς σοφούς, τα λαμπρά οικοδομήματα και την ανάπτυξη των τεχνών, αλλά ακτινοβόλησε και στη μακρόχρονη πορεία της ένδοξης εκκλησιαστικής της ιστορίας με αγιασμένες μορφές, που λαμπρύνουν το πνευματικό της στερέωμα και αποτελούν ευλαβικό καύχημα για κάθε φιλάγιο κάτοικο και επισκέπτη της.Ανάμεσα στους πνευματικούς αστέρες, που έζησαν στην Αθήνα κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες και αγωνίστηκαν για την εδραίωση και διάδοση της χριστιανικής πίστεως και την κατάρριψη της πολυθεϊστικής θρησκείας των ειδώλων, ξεχωρίζει και ο τιμώμενος στις 13 Σεπτεμβρίου Άγιος Αριστείδης, ο επιφανής και ευγλωττότατος αυτός Αθηναίος φιλόσοφος και πανεύφημος μάρτυς Χριστού, που έμεινε γνωστός στην Εκκλησιαστική Ιστορία και Πατρολογία από την περίφημη απολογία του υπέρ των διωκομένων χριστιανών.

Ο Άγιος Αριστείδης γεννήθηκε στην ένδοξη πόλη των Αθηνών και έδρασε σ’ αυτήν κατά τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Υπήρξε επιφανής φιλόσοφος, αφού είχε σπουδάσει κλασική φιλοσοφία στην περίφημη Φιλοσοφική της Σχολή. Κατά το τελευταίο όμως τέταρτο του 1ου μ.Χ. αιώνα, ακτινοβολούσαν στην Αθήνα με το πύρινο χριστοκεντρικό τους κήρυγμα και τη φωτεινή πνευματική τους παρουσία δύο επιφανείς επίσκοποι της πόλεως των Αθηνών, ο Άγιος Ιερόθεος και ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, οι οποίοι καλλιέργησαν στον ευγλωτόττατο φιλόσοφο Αριστείδη την ευσέβεια και την πίστη στον ένα και αληθινό Θεό.

Οι δύο αυτοί φωτισμένοι ιεράρχες των Αθηνών, μεταλαμπάδευσαν τόσο βαθιά τη χριστιανική πίστη στον Αθηναίο φιλόσοφο Αριστείδη, ώστε αργότερα αναδείχθηκε ένθερμος υπερασπιστής του χριστιανισμού και του ήθους των χριστιανών. Ο Άγιος Αριστείδης έζησε σε μια ιδιαίτερα δύσκολη και κρίσιμη εποχή για την πορεία της Εκκλησίας, αφού ανέλαβε με το περίφημο απολογητικό του έργο, να αποδείξει και να θεμελιώσει την ορθότητα και ανωτερότητα της χριστιανικής πίστεως, τις αιώνιες αλήθειες του Ευαγγελίου του Χριστού, το εξαίρετο ήθος των χριστιανών και την άδικη και σκληρή στάση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας απέναντι στους χριστιανούς.

Η συμβολή του Αγίου στην εδραίωση και διάδοση του μηνύματος της χριστιανικής αλήθειας στην «κατείδωλον» πόλη των Αθηνών, υπήρξε πολύτιμη και αποφασιστική και ο αγώνας, που έπρεπε να φέρει σε πέρας, ήταν ιδιαίτερα επίπονος και επικίνδυνος, αφού οι ειδωλολάτρες έπρεπε να επηρεαστούν θετικά υπέρ της πίστεως του αληθινού Θεού και να σταματήσει η ιουδαϊκή αμφισβήτηση έναντι του χριστιανισμού.Κατά το πρώτο τέταρτο του 2ου μ.Χ. αιώνα επισκέφθηκε την Αθήνα και ο Ελληνολάτρης Ρωμαίος αυτοκράτορας Αδριανός (117 – 138), που πλούτισε και ευεργέτησε την πόλη με μνημειώδη έργα.

Την ίδια στιγμή όμως στη Ρώμη είχε εξαπολύσει σκληρούς διωγμούς εναντίον των χριστιανών και πολλοί ήταν εκείνοι, που βασανίστηκαν ανελέητα και συναριθμήθηκαν στη χορεία των ενδόξων μαρτύρων της πίστεως μας. Ο κίνδυνος όμως δεν αφορούσε μόνο τους χριστιανούς της Ρώμης, αλλά και των επαρχιών της, όπως ήταν η Αθήνα με την ολιγάριθμη χριστιανική κοινότητα. Γι’ αυτό και ο σοφός Αθηναίος χριστιανός φιλόσοφος Αριστείδης, ανέλαβε σθεναρά την υπεράσπισή τους και έγραψε την αρχαιότερη σωζόμενη απολογία, που έχει τον τίτλο «Περί θεοσεβείας». Χάρη στην περίφημη αυτή απολογία υπέρ των διωκομένων χριστιανών, έχουμε την ιστορική συνάντηση του πνεύματος της ελληνικής φιλοσοφίας με τις ακατάλυτες αλήθειες του χριστιανισμού.

Από τη συνάντηση αυτών των δύο διαφορετικών κόσμων, θα κρινόταν η μελλοντική συμμετοχή του ανθρώπου στη λατρεία του ενός και αληθινού Θεού ή η προσήλωση και επιστροφή του στην ψεύτικη λατρεία των ειδώλων.Η απολογία του Αγίου Αριστείδου επιδόθηκε στον αυτοκράτορα Αδριανό (117 – 138) σύμφωνα με τον εκκλησιαστικό ιστορικό Ευσέβιο ή στον διάδοχό του, Αντωνίνο τον Ευσεβή (138 – 161) σύμφωνα με τη συριακή μετάφραση της απολογίας.

Το έργο, που έγραψε ο σοφός και ευγλωττότατος Άγιος Αριστείδης, έχοντας πολύ καλή γνώση τόσο της Αγίας Γραφής όσο και των κυρίαρχων φιλοσοφικών ρευμάτων της εποχής του, αρχίζει με τη σαφή διατύπωση του κοσμολογικού στοιχείου για την απόδειξη του αιώνιου, μοναδικού και ακατάληπτου Θεού. Στη συνέχεια διαιρούνται οι άνθρωποι ανάλογα με τις θρησκευτικές τους αντιλήψεις σε τρία γένη, που είναι οι Εθνικοί (που υποδιαιρούνται σε Χαλδαίους, Έλληνες και Αιγυπτίους), οι Ιουδαίοι και οι Χριστιανοί.

Αφού γίνεται εκτενής αναφορά στις θρησκευτικές αντιλήψεις των ανθρώπων, που πιστεύουν στην αστρολογία, την ελληνική μυθολογία και τη λατρεία των ψεύτικων θεών ζώντας έκλυτο βίο, παρουσιάζεται και προβάλλεται με απλό τρόπο η υπεροχή της διδασκαλίας του χριστιανισμού και το εξαίρετο ήθος των χριστιανών.Γι’ αυτό, και ο Άγιος Αριστείδης προτείνει τη διακοπή των διωγμών εναντίον των χριστιανών και την ανάγκη μελέτης του λόγου του Θεού, για όσους αμφιβάλλουν για την ορθότητα της χριστιανικής πίστεως.

Ο κύριος σκοπός της απολογίας ήταν να αποκρούσει τις άδικες και αήθεις κατηγορίες, που εκτοξεύονταν εναντίον των χριστιανών και να τονίσει την υπεροχή του χριστιανισμού και του ήθους των χριστιανών έναντι των άλλων θρησκειών.Η απολογία του Αγίου Αριστείδου εμφανίζεται στη σημερινή εποχή μας περισσότερο επίκαιρη από ποτέ, αφού χάρη στην εύστοχη επιχειρηματολογία, που αναπτύσσει ο Άγιος για τους ψεύτικους θεούς των Ελλήνων και την πλάνη, στην οποία έχουν πέσει, δίνει την πιο δυναμική και αποστομωτική απάντηση και στους Έλληνες νεοειδωλολάτρες, που προσπαθούν να αναβιώσουν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα την αρχαία ειδωλολατρική θρησκεία με τελετές και εκδηλώσεις και να απορρίψουν κάθε στοιχείο, που έχει σχέση με τη χριστιανική ζωή και πίστη του λαού μας.

Ο Άγιος Αριστείδης, για να στερεωθεί και να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο στην πίστη του και στο διαρκή και επίπονο αγώνα του υπέρ των διωκομένων χριστιανών, αναζήτησε τόπο ήσυχο και απομονωμένο για να αντλήσει δύναμη και να αναζωογονηθεί πνευματικά. Στον ιστορικό λόφο του Λυκαβηττού, ένα κατανυκτικό σπήλαιο, που σώζεται μέχρι σήμερα πλησίον του Ιερού Ναού των Αγίων Ισιδώρων, αποτέλεσε το πνευματικό καταφύγιο και την αέναη πηγή δυνάμεως για τον ένδοξο Αθηναίο Άγιο στις δύσκολες στιγμές του αγώνα του. Στο σπήλαιο αυτό εορτάζεται κατ’ έτος πανηγυρικά η μνήμη του.

Η ακλόνητη πίστη του Αγίου στον Χριστό και ο διαρκής αγώνας του υπέρ των διωκομένων χριστιανών και των αληθειών του χριστιανισμού, δημιούργησαν έντονη δυσφορία και αγανάκτηση στον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό, ο οποίος αποφάσισε τη δίωξή του. Ο Άγιος μετέβη στη Ρώμη για να απολογηθεί, αλλά στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου συνέχισε να κηρύττει σταυροθέντα και αναστάντα Χριστό, παρά το πλήθος των βασανιστηρίων, στα οποία υπεβλήθη. Στο τέλος της επίγειας ζωής του, οδηγήθηκε από τους Ρωμαίους στην κοίλη της αγοράς των Αθηνών, όπου αφού τον κρέμασαν, υπέστη τον μαρτυρικό θάνατο δι’ αγχόνης στις 13 Σεπτεμβρίου του 120 ή 134μ.Χ., ημέρα κατά την οποία τιμάται και εορτάζεται η μνήμη του από την Ορθόδοξη Εκκλησία.

Έτσι ο Άγιος Αριστείδης, για τον οποίον ο Άγιος Ιερώνυμος συνέγραψε εγκώμιο, με το οποίο τον εξυψώνει σε ισαπόστολο, συναριθμήθη στους ομολογητές και μάρτυρες του ονόματος του Κυρίου και, με τον δι’ αγχόνης μαρτυρικό του θάνατο, εδραίωσε το δένδρο της χριστιανικής πίστεως στην ένδοξη πόλη των Αθηνών. Η φλογερή πίστη και το αγωνιστικό του φρόνημα υμνούνται και μέσα από την ακολουθία του, την οποία εποίησε το 1990 ο Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας Δρ. Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας. Ο ίδιος χαρισματικός υμνογράφος εποίησε το 2006 Παρακλητικό Κανόνα και το 2009 Χαιρετιστηρίους Οίκους προς τιμήν του Αγίου.

Πολλοί αγιογράφοι, με πρώτο τον κορυφαίο Φώτη Κόντογλου, έχουν ιστορήσει τη μορφή του Αγίου σε ναούς και μοναστήρια της πατρίδος μας. Περίτεχνη είναι και η διά χειρός Παναγιώτου Μαρκοπούλου φορητή εικόνα του Αγίου Αριστείδου, η οποία φυλάσσεται στον ιστορικό και περικαλλή Ιερό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Χρυσοσπηλαιωτίσσης, οδού Αιόλου (60) Αθηνών. Αντίγραφο της εικόνος κατέχει η οικογένεια του αειμνήστου Αθηναίου ζωγράφου Αριστείδου Περιστέρη, ο οποίος μας διέσωσε την ευσεβή προφορική παράδοση για το σπήλαιο του Αγίου Αριστείδου στον ιστορικό λόφο του Λυκαβηττού.

ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΑ