Στην καρδιά της Αθήνας πάνω στο λόφο του Λυκαβηττού, μέσα σε μία σπηλιά, βρίσκεται ένας ασυνήθιστος ναός, αυτός των Αγίων Ισιδώρων.
Ένας επίγειος παράδεισος που αποτελεί πνευματικό καταφύγιο για αναρίθμητους ανθρώπους επώνυμους και ανώνυμους. Οι Άγιοι Ισίδωροι κρατούν ψηλά τη σημαία της πίστης, της πατρίδας και της ανθρωπιάς.


Πρόκειται για ένα γραφικό εκκλησάκι χτισμένο μέσα στον βράχο, μέσα σε έναν περιβάλλοντα χώρο που μυρίζει φύση και φαντάζει πραγματική όαση μέσα στη τσιμεντοποιημένη Αθήνα. Φύση, γραφικά εικονοστάσια αλλά κυρίως ανθρώπινες ψυχές υπάρχουν για να διακονούν Θεό και ανθρώπους. Ανεβαίνοντας τα σκαλιά, μας καλωσορίζει το εικονοστάσι Του Χριστού μαζί και τα υπόλοιπα πετρόχτιστα εικονοστάσια, της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, της Αγίας Παρασκευής, του Αγίου Ιούδα του Θαδδαίου και το σπήλαιο του Αγίου Αριστείδου. Όλα πάνω από το πέπλο της πανέμορφης πρωτεύουσας. Ένας περιβάλλοντας χώρος καταπράσινος γεμάτος με λουλούδια και μικρά ζώα που όλα ταιριάζουν αρμονικά σε μια παραδεισένια ολότητα που τους κάνει όλους να ξεχνούν ότι βρίσκονται στο κέντρο της Αθήνας.


Η ηρεμία και η ομορφιά του τοπίου συνεχίζεται ανηφορίζοντας προς την εκκλησία, ακούγοντας τις ουράνιες μελωδίες και ολοκληρώνεται με την συμμετοχή στη Θεία Λατρεία. Η απλότητα, η αυθεντικότητα, η αμεσότητα, η φανερή και αληθινή εκδήλωση αγάπης, η κοινή τράπεζα και βέβαια το κοινό ποτήριο είναι χαρακτηριστικά της κοινωνικής μας ζωής, που μας συνδέουν άρρηκτα αφενός με την παράδοση της εκκλησίας μας, αφετέρου δε με την ανάγκη της σημερινής κοινωνίας. Εορτές, πανηγύρεις, κοινές τράπεζες, καθολική συμμετοχή στην Θεία Ευχαριστία είναι μερικές από τις πολλές εκδηλώσεις που τελούνται διαρκώς στον ναό μας.



Ο Θεός δε προίκισε μόνο με φυσικό κάλλος αυτήν την εκκλησία, αλλά οικονόμησε να φιλοξενείτε εκεί η Χάρη Του Θαυματουργού Τιμίου Σταυρού, που άξια κρατά στα χέρια του ο χαρισματικός Ιερέας του προσκυνήματος πατέρας Δημήτριος ευλογώντας χιλιάδες πιστούς που προσέρχονται στη χάρη του. Άνθρωποι από όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου, υγιείς, ασθενείς με ανίατες ασθένειες, με διάφορα προβλήματα τόσο σωματικά όσο και πνευματικά προσέρχονται στην σημερινή κολυμβήθρα του Σιλωάμ, επιζητώντας την ίαση και το θαύμα.


Αυτός ο ναός πάνω στον λόφο του Λυκαβηττού έμελε να γίνει ο φωτεινός φάρος που φωτίζει ώς Λύχνος ζωής και αντανακλά σε όλο το λεκανοπέδιο και όχι μόνο. Έγινε η ασφαλής προθήκη του Τιμίου Σταυρού, ο λιμένας του Αγίου ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου το θεραπευτήριο αμέτρητων ψυχών και οι έφοροι του Άγιος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης και Χιοπολίτης οι δυνατοί προστάτες και φύλακες του πατρός Δημητρίου που τον κράτησαν στο σπίτι τους για να τους υπηρετεί. Το ιερό βήμα του, κατέστη χώρος ουράνιας σύνδεσης και η Αγία του τράπεζα, πόλος έλξης νέων που θέλησαν να υπηρετήσουν τον Κύριο και την Αγία μας εκκλησία.

Σήμερα μετά από είκοσι χρόνια τίποτα δεν θυμίζει εκείνο τον ναό, εκείνο τον περιβάλλοντα χώρο, εκείνο το εκκλησίασμα. Ανεβαίνοντας κανείς σήμερα στο ναό μεταβαίνει σε μία άλλη πνευματική διάσταση που έχει ως αφετηρία το σπήλαιο της Γεννήσεως και αποκρυσταλλώνεται στον λόφο του γολγοθά, του πάθους, της τριημέρου εγέρσεως αλλά και της εις ουρανούς αναβάσεως. Οι άγιοι ευφραίνονται οι ουρανοί αγάλλονται ο κόσμος συγχαίρει αποδεικνύοντας ότι τα αδύνατα τοις ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ και όντως Μέγα μυστήριο εις λόφον επιτελείται…


ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΑΓΙΩΝ ΙΣΙΔΩΡΩΝ ΛΥΚΑΒΗΤΤΟΥ


Αποσπάσματα από το βιβλίο
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΙΣΙΔΩΡΟΙ ΛΥΚΑΒΗΤΤΟΥ εκδ. 1952 Λυκαβηττός:

Στα ΒΑ του αρχαίου Άστεος και συγκεκριμένα στο μέσο της πεδιάδας της Νέας Πόλεως των Αθηνών ορθώνει αγέρωχα το ανάστημά του ο γηραιός Λυκαβηττός. Γερασμένος από τα χρόνια φαίνεται γερμένος και καθισμένος στα πόδια του σαν ένα μεγάλο πέτρινο λιοντάρι. Οι αρχαίοι γεωγράφοι και οι παλαιοί περιηγητές τον ονομάζουν όρος, και μάλιστα χαμηλό, διότι έχει μικρό ανάστημα και ακόμα μικρότερη περιφέρεια. Το ύψος του μόλις φθάνει τα 277,50 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας, και η περιφέρειά του τα 5 χιλιόμετρα.

Ο Λυκαβηττός ήταν κατάφυτος κατά την αρχαία εποχή, όχι όσο σε δάσος, όσο σε βότανα και θυμάρια. Στις πλαγιές του είχαν φυτευθεί ελιές και άμπελοι. Ασφόδελοι, φιδόχορτα, λουμινιές, αγριοφασκομηλιές, θυμάρια, ανεμώνες, παπαρούνες και αγριόχορτα κάλυπταν όλη την πετρώδη επιφάνεια, όπως και σήμερα. Γι' αυτό ο αρχαίος λεξικογράφος Ησύχιος ονομάζει το Λυκαβηττό «όρος εκβότανον» και πλήρες θάμνων. Το όνομα δε εδόθει διότι ήταν γεμάτο λύκους [παρά το λύκοις πληθύειν], όχι βέβαια λύκους θηρία, αλλά λύκους άνθη και βότανα, όπως εξηγεί ο Αθηναίος ιστοριογράφος Φαλίνος «λύκοι τα άνθη της ίριδος».

Οι Άγιοι Ισίδωροι: Το εκκλησάκι, είναι κτισμένο ή μάλλον σκαλωμένο στην πιο μεγάλη σπηλιά του Λυκαβηττού. Οι παλαιοί Αθηναίοι το έλεγαν «ο Άγιος Σιδερέας», κατά το Αθηναϊκόν ιδίωμα. Ο χριστιανολόγος Γεώργιος Λαμπάκης γράφει: «Προς συμπλήρωσιν της χριστιανικής ιστορίας του όλου Λυκαβηττού αναφέρομεν ότι εις την ΒΔ πλευράν αυτού, υπό ικανώς ευρύ σπήλαιον, εύρηται χριστιανικός ναός, του Αγίου Ισιδώρου. Ολίγον δε τούτου κατωτέρω, υπό αποτόμους πέτρας, εύρηται ρωγμή, ήτις εκ των περισωθέντων εν αυτή ασβεστοχρισμάτων πιθανώς εχρησίμευσεν επί Τουρκοκρατίας ως καταφύγιον ασκητού τινός».

Το ναΐσκον επισκέφθει και ο Αναστάσιος Ορλάνδος, καθηγητής του Πολυτεχνείου και Ακαδημαϊκός, περίφημος δε της Χριστιανικής Αρχιτεκτονικής ερευνητής, το έτος 1932 και έγραψε περί αυτού: «Εύρηται κατά την ΝΔ κλιτύν (πλευρά) του Λυκαβηττού, προσκολλημένος επί το ορθώς αποκεκομμένου βράχου. Είναι μονόκλιτος βασιλική, ξυλόστεγος, διαστάσεων 5,20 μέτρων επί 12,08 μέτρων. Καείσα το 1930 ανεκαινίσθη το 1931 σχεδόν εκ βάθρων » (ευρετήριον των Μνημείων της Ελλάδος, Αθήναι 1933, τεύχος Γ', σελ 131.) Ιστορία του Ιερού Ναού των Αγίων Ισιδώρων: Πότε ακριβώς κτίστηκε ο ναός των Αγίων Ισιδώρων, δεν μας είναι γνωστό. Παλαιά παράδοσις αναφέρει ότι την αφορμή της ιδρύσεως έδωσε η ανεύρεσις στην σπηλιά λευκών εκ του χρόνου οστών ασκητού φέροντος εις το στήθος του την εικόνα των Αγίων Ισιδώρων. Άλλη ότι το μέρος αυτό χρησίμευε ως τόπος μελέτης των δύο εν Αθήναις φίλων και συμφοιτητών κατά τον 4ο αιώνα Βασιλείου του Μεγάλου και Γρηγορίου του Θεολόγου.

Η εγκυκλοπαίδεια Μακρή αναβιβάζει την ίδρυση του ναού στον ΙΣΤ' αιώνα, ενώ ο Αθηναίος ιατρός και ιστοριοδίφης Τάσος Νερούτσος στο έργο του Χριστιανικαί Αθήναι γράφει τα εξής περί της θέσεως του ναού «Περί τους δυσμικούς, λέγει πρόποδας του Λυκαβηττού, έξωθεν των πάλαι Ηρίων Πυλών (Ηρία ονομάζονταν οι τάφοι και τα κενοτάφια) όπου έκειντο αι κοιναί ταφαί των εθνικών, υπήρχεν ευκτήριον επ' ονόματι της Αγίας Σιών, περί τον οποίον κατιτέθεντο οι νεκροί των πρώτων χριστιανών μέχρι του φθίνοντος Δ' αιώνος » και αναφέρει τα ονόματα πολλών εξ αυτών ανάμεσα τους και τον επίσκοπο Κλημάτιο.

Ο ναός γνώρισε άνθηση μετά το 1834 όταν η Αθήνα έγινε η πρωτεύουσα του νεοϊδρυθέντος Ελληνικού Βασιλείου, και αυτό γιατί δεν υπήρχαν πολλοί ναοί τότε στην Αθήνα, οι μεγάλες ενορίες της Ζωοδόχου Πηγής στην οδό Ακαδημίας, Αγίου Διονυσίου οδού Σκουφά και Αγίου Νικολάου Πευκακίων ακόμα δεν είχαν δημιουργηθεί και έτσι οι Αθηναίοι έρχονταν για εκκλησιασμό στον ναΐσκο των Αγίων Ισιδώρων. '

Όμως ο ναός συνδέθηκε και με την νεώτερη πολιτική ιστορία, όταν την Κυριακή 7 Ιουνίου του 1859, η νεολαία των Αθηνών, η καλούμενη χρυσή, αποτελούμενη από φοιτητές του Πανεπιστημίου και μαθητές Γυμνασίων, παρά την απαγόρευση της Κυβερνήσεως και της Αστυνομίας, ετέλεσε στους Αγίους Ισιδώρους δέηση υπέρ ευοδώσεως του αγώνος των Γαλλο- Σαρδηνίων εις τον αγώνα τους εναντίον της Αυστριακής εισβολής στην Ιταλία και τούτο γιατί η τότε κυβέρνηση υπό το ναύαρχο Μιαούλη είχε αποφασίσει ουδετερότητα δια να μην ψυχρανθούν οι σχέσεις με τον βασιλέα Όθωνα. Κατά το έτος 1929 ο ναός κάηκε εξ αμελείας του νεοκώρου, ανηγέρθει όμως ευθύς αμέσως ευρυχωρότερος με την συνδρομή των περιοίκων και δαπάναις του μηχανικού Κ. Κωττάκη.

Από το 1937 άρχισε η ακμή του ναού με την συνδρομή των κατοίκων, ενώ κατασκευάστηκαν το τέμπλο, το αναλόγιο, το δεσποτικό και οι λοιπή διακόσμηση του ναού, ενώ καθιερώθηκε και η λιτάνευση της ιεράς εικόνος των Αγίων Ισιδώρων κατά τις επετείους της εορτής των. Κατά τα έτη της Γερμανο-Ιταλικής κατοχής ο ναός έκλεισε ενώ οι Ιταλοί βρήκαν την ευκαιρία να συλήσουν το ναό κλέβοντας όλα τα ιερά σκεύη, ήτοι ευαγγέλια, θυμιατά, εικόνες, δισκοπότηρα, πολυελαίους κ.λ.π., ενώ προσπάθησαν να λεηλατήσουν και την εικόνα των Αγίων Ισιδώρων καταστρέφοντας το ασημένιο πουκάμισο αυτής. Μετά την απελευθέρωση άρχισε κανονικά η λειτουργία του Ιερού Ναού.

Σύγχρονη ιστορία του Ιερού Ναού Τα τελευταία χρόνια ο ιερός ναός των Αγίων Ισιδώρων έχει γνωρίσει μεγάλη ακμή και λειτουργεί με τρόπο ανάλογο των ενοριών της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Με τον ερχομό του εφημερίου μας πατρός Δημητρίου Λουπασάκη τον Μάρτιο του 2001, ξεκίνησε μία όμορφη προσπάθεια ανασυγκροτήσεως με την πολύτιμη συμμετοχή και συνεργασία πολλών νέων ανθρώπων αλλά και των παλαιότερων. Οι πρώτες ενέργειες επικεντρώθηκαν στις επισκευές και τη συντήρηση του ιερού ναού που είχε υποστεί πολλές σημαντικές φθορές από τον χρόνο και την υγρασία. Αυτές οι εργασίες επαναλαμβάνονται περιοδικά κάθε 3-4 χρόνια επειδή ο ναός είναι ενωμένος με το βράχο με αποτέλεσμα το νερό της βροχής να προκαλεί προβλήματα στην στεγανότητά του.

Οι ιερές εικόνες, τα ιερά σκεύη και όλος ο ξυλόγλυπτος εξοπλισμός του, ήταν σε κακή κατάσταση, οπότε σταδιακά ξεκίνησε η συντήρησή τους ή η αντικατάστασή αυτών που είχαν καταστραφεί. Παράλληλα ο εξωτερικός περιβάλλοντας χώρος θυμίζοντας εγκατάλειψη, χρειάστηκε μεγάλες και επίπονες προσπάθειες, ειδικά τον πρώτο χρόνο από ελάχιστα άτομα, συνεργάτες του πατρός Δημητρίου, ώστε να καθαρισθεί και να ευπρεπιστεί. Απομακρύνθηκαν με την βοήθεια φορτηγών του Δήμου Αθηναίων, πολλά σκουπίδια, μπάζα, θάμνοι, ξερά χόρτα τα οποία είχαν μεταβάλει σε κρανίου τόπου την όμορφη αυτή γωνιά του Λυκαβηττού.

Φυτεύτηκαν πολλά νέα δένδρα, θάμνοι, καλλωπιστικά φυτά, ώστε να θυμίζει ένα νέο κήπο της Εδέμ. Έγιναν πολλά έργα συντήρησης στους παλαιούς μαντρότοιχους οι οποίοι είχαν φθαρεί, ενώ μετά από πολυετείς προσπάθειες ο ναός απέκτησε δική του αποκλειστική υδροδότηση, αφού για πολλά χρόνια “έπασχε” από έλλειψη νερού, ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες. Όμως και στην πνευματική ζωή υπήρξε μεγάλη αναβάθμιση αφού πλέον δεν γίνονται Θ. Λειτουργίες μόνο τις Κυριακές, αλλά και όλες τις μεγάλες εορτές και πολλές ιερές αγρυπνίες, όπως άλλες πνευματικές εκδηλώσεις και συνάξεις.

Από το πρώτο χρόνο της διακονίας του π. Δημητρίου ξεκίνησε και η έκδοση ενός υποτυπώδους περιοδικού, το οποίο στη συνέχεια εξελίχθηκε στην σημερινή του δομή και μορφή και στο οποίο αρθρογραφούν εξαιρετικοί επιστήμονες πολλών ειδικοτήτων προσδίδοντας έτσι στο περιοδικό κύρος και ακτινοβολία πνευματική.

Τέλος μετά από τις παρακλήσεις πολλών προσκυνητών των Αγίων Ισιδώρων από όλα τα μέρη της Ελλάδος, αλλά και το εξωτερικό, δημιουργήθηκε ιστοσελίδα στο διαδίκτυο, με την δυνατότητα, σε πρώτη φάση, ανάγνωσης του προγράμματος ακολουθιών του ιερού ναού και του περιοδικού σε ηλεκτρονική μορφή όπως και της ζωντανής αναμετάδοσης όλων των ιερών ακολουθιών ραδιοφωνικά. Όλα τα παραπάνω δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν χωρίς την ευλογία και τη χάρη του Θεού και των Αγίων Ισιδώρων, αλλά και την πολύτιμη και συγκινητική βοήθεια και συνδρομή όλων των φίλων και των προσκυνητών του ιερού ναού οι οποίοι όλα αυτά τα χρόνια είναι παρόντες και συμμέτοχοι σε όλες τις προσπάθειες και τους αγώνες που γίνονται ώστε οι Άγιοι Ισίδωροι να αναδειχθούν σε μια πνευματική όαση, στη αετοφωλιά του Λυκαβηττού μέσα στην σημερινή άνυδρη έρημο της πόλης των Αθηνών.


Επιμέλεια
π. Δημήτριος Καββαθάς
π. Χαράλαμπος Βαρβαγιάννης